-
1 ἴχνιον
A track, footprint,ἴχνι' ἐρευνῶντες κύνες ἤϊσαν Od.19.436
; μετ' ἴχνια βαῖνε θεοῖο followed on her track, 5.193;μετ' ἀνέρος ἴχνι' ἐρευνῶν Il.18.321
;κατ' ἴχνιά τινος ἐφέπεσθαι A.R.1.575
;ἴχνια ἵππων X.An.1.6.1
(v.l. ἴχνη): less freq. in sg.,τὸ ἴ. μοῦνον λέλειπται τῶν ποδῶν Democr.228
;ἴ. ὀξέος ἵππου Call.Aet.3.1.86
;ἕπεσθαί τινι κατ' ἴχνιον Q.S.8.361
; ἴ. ἑδράσασθαι to plant one's step, AP6.70 (Maced.).2 metaph., trace, remnant, προτέρης ἀγλαΐης ib.58 (Isid.).
Перевод: с греческого на английский
с английского на греческий- С английского на:
- Греческий
- С греческого на:
- Английский